Το ίδιο βράδυ, το BBC απο το Λονδίνο μεταδίδει σ’ όλες τις γλώσσες:
«Η Καρδίτσα, μια απ’ τις τέσσερις μεγάλες θεσσαλικές πόλεις, είναι ελεύθερη. Είναι η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώνεται, κάτω από την πίεση των δυνάμεων της Αντίστασης»
Σαν σήμερα, 12 Μάρτη του 1943, οι ιταλικές δυνάμεις κατοχής της Καρδίτσας, κάτω από την πίεση της αντίστασης και περικυκλωμένες από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ που κυριαρχούν στους γύρω ορεινούς όγκους, εγκαταλείπουν την πόλη και συμπτύσσονται στα Τρίκαλα. «Είναι η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώνεται, κάτω από την πίεση των δυνάμεων της Αντίστασης» όπως μεταδίδει το ίδιο βράδυ από το Λονδίνο το BBC, σ’ όλες τις γλώσσες του κόσμου.
Να πως περιγράφει αυτή τη μέρα ο Απόστολος Στρογγύλης στο...
βιβλίο του «Η πρωτεύουσα της ελεύθερης Ελλάδας-Η Καρδίτσα στην Αντίσταση» (Αθήνα 1988, Εκδόσεις ΦΥΤΡΑΚΗ):
«(…) Είναι περασμένα μεσάνυχτα. Τα φώτα έσβησαν πίσω απ’ τις γρίλιες. Τα τζάκια και οι σόμπες (σε όσα σπίτια υπήρχαν ξύλα) σταμάτησαν να καπνίζουν και οι άνθρωποι, μέσα σε ανησυχίες ή και προσδοκίες, έπεσαν να κοιμηθούν. Διαισθάνονταν ότι ήταν μια ασυνήθιστη νύχτα.
Το πρωί ανοίγουν τα παράθυρα. Ησυχία. Πουθενά Ιταλός. Πουθενά αυτοκίνητο. Πουθενά περίπολος. Πουθενά άλογα. Έφυγαν. Η πόλη είναι ελεύθερη. Συμπτύχθηκαν στα Τρίκαλα.
Ο Μπουκουβάλας γράφει στο βιβλίο του «Το αντάρτικο ιππικό της Θεσσαλίας»:
«Τους περιμέναμε στα χαμηλά. Βγαίνουν από την Καρδίτσα, προχωρούν, κόβουν πορεία και καταφεύγουν στα Τρίκαλα».
Και προσθέτει:
«Στις 12 Μαρτίου 1943 εμείς μπαίνουμε στην Καρδίτσα. Είναι η πρώτη ελεύθερη πόλη της πατρίδας μας».
Έκανε ένα λάθος ο Μπουκουβάλας την ώρα εκείνη. Όχι μόνο της πατρίδας μας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Το ίδιο βράδυ, το BBC (ο σταθμός του Λονδίνου) μεταδίδει σ’ όλες τις γλώσσες:
«Η Καρδίτσα, μια απ’ τις τέσσερις μεγάλες θεσσαλικές πόλεις, είναι ελεύθερη. Είναι η πρώτη πόλη της Ευρώπης που απελευθερώνεται, κάτω από την πίεση των δυνάμεων της Αντίστασης».
Στις 12 Μαρτίου 1943 γίνεται παλλαϊκή συγκέντρωση και οι αντάρτες συντεταγμένοι μπαίνουν στην Καρδίτσα. Επικεφαλής τους είναι ο Μπουκουβάλας, ο Νικηταράς, ο Ζαχαριάς, ο Ίταμος, ο Κόζιακας, ο Αγραφιώτης, ο Γερούκης. Ο ενθουσιασμός δεν αφήνει να σκεφτεί κανείς ότι μπορεί ένα αεροπλάνο να θερίσει κεφάλια.
Στην πλατεία το πλήθος είναι πυκνό. Μιλάει πρώτος ο καπετάν Ζαχαριάς. Κατόπιν οΝικηταράς και ο Μπουκουβάλας.
Ο Μπουκουβάλας αναφέρεται στον ηρωισμό των αξιωματικών και οπλιτών στον πόλεμο της Αλβανίας. Καλεί τους πατριώτες αξιωματικούς να πάρουν μέρος στον αγώνα, να πλαισιώσουν τον ΕΛΑΣ, να συνεχίσουν το έπος της Αλβανίας.
Λίγο αργότερα θα τον πλησιάσει κάποιος και θα του συστηθεί: Καταφυγιώτης,συνταγματάρχης.
Του παραδίδει κατάλογο 180 αξιωματικών και υπαξιωματικών και του λέει ότι ανήκουν όλοι στη «Διοίκηση Αξιωματικών». Έχουν συγκροτηθεί κατά τόπους. Απ’ αυτούς θα προσχωρήσουν αργότερα στον ΕΛΑΣ αρκετοί, σαν άτομα.
Στη συγκέντρωση μίλησε και ο Γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΕΑΜ Καρδίτσας Γιάννης Κοσπεντάρης (Μεγδοβίτης) καθηγητής (…)
Την ίδια μέρα, το απόγευμα, διασχίζει την πόλη ένα έφιππο τμήμα με επικεφαλής τον Χρήστο Κασιούρα, τον καπετάν Νευροπολίτη (απ’ το Νεχώρι) που ξεσηκώνει μεγάλο ενθουσιασμό. Κατευθύνεται στο χωριό Μάρκο και εκεί κατάσχει 11.000 οκάδες σιτάρι της δεκάτης (σ.σ. το 1/10 της παραγωγής που παρακρατούσαν οι καταχτητές) το οποίο μεταφέρει με κάρα και το παραδίδει στην Επιμελητεία του Αντάρτη.» (σελ.78-79)
Η Καρδίτσα θα παραμείνει ελεύθερη όλο σχεδόν το 1943.
Καθώς προχωρούμε προς το καλοκαίρι του 1943, η Καρδίτσα ολοένα και περισσότερο γίνεται η διοικητική και οικονομική πρωτεύουσα της ελεύθερης ζώνης, δηλαδή της ελεύθερης Ελλάδας. Το ίδιο και η περιοχή της.
Στα ορεινά χωριά της Καρδίτσας έχουν εγκατασταθεί όλες οι πανθεσσαλικές οργανώσεις του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ της Εθνικής Αλληλεγγύης, του ΚΚΕ. Και κλιμάκιά τους, ή και ολόκληρες πολλές φορές οι Οργανώσεις, μένουν μέσα στην πόλη. Πιο κει, στον Κόζιακα, είναι το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ.
Στο Γενικό Στρατηγείο, διαπιστευμένος για τη συγγραφή της Ιστορίας της Αντίστασης, είναι οΣόλων Γρηγοριάδης. Επισκέπτεται την Καρδίτσα και γράφει στο βιβλίο του «Συνοπτική ιστορία της Εθνικής Αντίστασης», σελ. 292:
«Κύματα επισκεπτών αλλά και αγωνιστών από την κατεχόμενη Ελλάδα την κατακλύζαν. Οικονομική πρωτεύουσα ήταν η Καρδίτσα. Κόμβος συγκοινωνιών προς τη Ρούμελη, τη Μακεδονία και την Ήπειρο, έσφυζε από κίνηση και συνδεόταν με πλήθος αυτοκινήτων με το Περτούλι. Αναρίθμητα συνέδρια γίνονταν συνεχώς σ’ αυτή την πόλη. Τα καταστήματα και τα κέντρα της λειτουργούσαν με έντονο ρυθμό. Το εμπόριο άνθιζε. Συνθήματα αντιστασιακά και κάθε άλλου είδους επιγραφές κάλυπταν τους τοίχους. Συλλαλητήρια και παρελάσεις μετέδιδαν τον αγωνιστικό παλμό. Και τα βράδια τα μεγάφωνα διαλαλούσαν ασταμάτητα τις εκπομπές του Λονδίνου, της Μόσχας ή άλλων σταθμών.
Το Περτούλι και η Καρδίτσα ήταν ταυτόχρονα η διοικητική και οικονομική πρωτεύουσα της ιδιαίτερης περιοχής του ΕΑΜ, δηλαδή της Ελεύθερης Ελλάδας. Αλλά και το Καρπενήσι και τα Γρεβενά παρουσίαζαν πανομοιότυπη, αν και καταφανώς μικρότερη, κίνηση. Και η πρωτεύουσα της Ελευθέρας Ορεινής Ελλάδος του ΕΔΕΣ, το Βουλγαρέλι, παρουσίαζε μεγάλη κίνηση, αν και υπολειπόταν κατά πολύ από τα μεγάλα κέντρα της ΕΑΜικής πλευράς».
Αλλά και τα χωριά και οι κωμοπόλεις δείχναν την εικόνα μιας συγκλονιστικής αναγέννησης, για την οποία ο Κρις Γουντχάους στο «Μήλο της Έριδος» γράφει:
«Αφού εξησφάλισε η Αντίστασις τον έλεγχον όλης της Χώρας, εκτός από τις κύριες συγκοινωνίες που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, έδωσε πράγματα που πριν, ποτέ δεν ήσαν γνωστά. Η επικοινωνία στα βουνά, με ασύρματο, ταχυδρομείο και τηλέφωνο, δεν υπήρξε ποτέ τόσο καλή πριν ή μετά από την περίοδο αυτή. Ακόμα και αυτοκινητόδρομοι επισκευάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Τα πλεονεκτήματα του πολιτισμού, της κουλτούρας, ξεχύθηκαν στα βουνά για πρώτη φορά. Σχολεία, τοπικές κυβερνήσεις (εννοεί την αυτοδιοίκηση), δικαστήρια και κοινωφελείς υπηρεσίες προς το κοινό, τα οποία ο πόλεμος ανέστειλε, ετέθησαν πάλι σε λειτουργία. Θέατρα, εργαστήρια, κοινοβουλευτικές συγκεντρώσεις, άρχισαν για πρώτη φορά. Η κοινωνική ζωή οργανώθηκε στη θέση του εκ παραδόσεως ατομικιστού Έλληνος χωρικού. Ακολουθούμενο από τις άλλες οργανώσεις, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ άνοιξε το δρόμο στη δημιουργία ενός πράγματος, που οι κυβερνήσεις της Ελλάδος παρημέλησαν. Ένα οργανωμένο κράτος στα ελληνικά βουνά. Ό,τι και αν έκαναν οι άλλες Οργανώσεις ή η Βρετανική Στρατιωτική Αποστολή, το ελεύθερο ορεινό κράτος θα εδημιουργείτο…».
Η Επιμελητεία του Αντάρτη (ΕΤΑ), που έχει εξελιχθεί μέσα στο καλοκαίρι του 1943 σε αυτοτελή ανεξάρτητη υπηρεσία, έχει 14 επαρχιακά κλιμάκια στη Θεσσαλία. Η Καρδίτσα όμως είναι το κέντρο της. Στη διοίκηση της ΕΤΑ είναι ο Λάζαρος Αζαριάν, γεωπόνος της ΑΤΕ Καρδίτσας, ο Κώστας Παπαδόπουλος, ο εφοριακός Γιάννης Λουκόπουλος ή Ρουμελιώτης (απ’ την Αθήνα). Στο κλιμάκιο Καρδίτσας, ο Θύμιος Δίκος, ο Σωτ. Καφαντάρης, ο Γιώργος Οικονόμου, ο Χαρ. Καφαντάρης, ο Θ. Φούσιας.
Στην αρχή-αρχή υπήρχαν οι Επιτροπές Προστασίας του Αντάρτη (ΕΠΑ), που είχαν συγκροτηθεί σε κάθε χωριό. Πόροι των ΕΠΑ ήταν: 1. Ένα μέρος απ’ τα προϊόντα που είχαν επιτάξει οι λεγεωνάριοι και οι Ιταλοί και δεν μπόρεσαν να τα μεταφέρουν σε πόλεις, 2. Εισφορές των κατοίκων και 3. Παρακράτημα σε είδος ή χρήμα απ’ τα προϊόντα που μετέφεραν οι έμποροι προς τις κατεχόμενες πόλεις.
Αργότερα οργανώθηκε η ΕΤΑ. Στην ελεύθερη Καρδίτσα μεγάλη δραστηριότητα ανέπτυξε το τοπικό κλιμάκιο στον εφοδιασμό του ΕΛΑΣ όλης της ελεύθερης περιοχής. Για την ΕΤΑ γράφει ο Δ. Μπαλής στο βιβλίο του:
« Η Επιμελητεία, που άρχισε με τη βελόνα της χωρικής που μπάλωνε τα εσώρουχα του αντάρτη αφού πρώτα τα έπλενε, εξελίχθηκε στη Θεσσαλία να παράγει υφάσματα για στρατιωτικές στολές των ανταρτών, με πρώτη ύλη χορηγούμενη από την ΕΤΑ στα εργοστάσια του Παπαγεωργίου, Μουρτζούκου και Αδαμοπούλου στο Βόλο. Πόσες συναγωνίστριες με το δέμα του αντάρτη δεν έσωσαν τη ζωή ΕΛΑΣιτών; Πόσες ΕΠΟΝίτισσες και Αλληλέγγυες δεν έπλυναν ασπρόρουχα αντάρτικα ή δεν έψησαν ψωμί; Πόσα συνεργεία γυναικών και της ΕΠΟΝ δεν έραψαν ή δεν μπάλωσαν αντάρτικα ρούχα; Πόσες φορές κορίτσια και γυναίκες δεν περπάτησαν πάνω στα χιόνια μέρες και νύχτες να πάνε ένα αβγό ή ένα κοτόπουλο σε τραυματίες ή άρρωστους αντάρτες;»
Και ο Έντυ, στο βιβλίο του «Η ελληνική περιπέτεια», σελ. 136, λέει:
«Η Καρδίτσα ήταν η πρώτη πόλη που έμπαινα, από τότε που είχα φθάσει στην Ελλάδα. Είχε αρκετές χιλιάδες κατοίκους κι εκείνη την εποχή μονάχα συμπτωματικά δεχόταν την επίσκεψη εχθρικών θωρακισμένων αυτοκινήτων ή ιππικού. Στην ίδια την πόλη έμειναν πολύ λίγοι αντάρτες, αλλά υπήρχε μια ισχυρή οργάνωση του ΕΑΜ που διέθετε και τυπογραφείο… Διασχίζοντας τους δρόμους, μου ήταν δύσκολο να πιστέψω ότι βρισκόμουν στην πόλη μιας κατεχόμενης χώρας. Τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά, οι δρόμοι και τα καφενεία γεμάτα».
Και συνεχίζει:
«Η ατμόσφαιρα του μη πραγματικού συμπληρώθηκε όταν μπήκα σ’ ένα σπίτι, καλόγουστα επιπλωμένο. Χρειάστηκε σχεδόν να τσιμπηθώ για να βεβαιωθώ ότι η σκηνή ήταν πραγματική και ότι δεν ονειρευόμουν πως έκανα διακοπές στο εξωτερικό».
Μια ακόμη περιγραφή της πόλης, γραμμένη απ’ το δημοσιογράφο Απ. Σπήλιο (Κολτσιδόπουλο) και δημοσιευμένη στο «Ρήγα», το 1943:
«Με τι λαχτάρα αντικρίσαμε τους πρώτους αντάρτες να μας σταματούν στο δημοτικό φόρο Καρδίτσης και να μας ζητούν τα χαρτιά μας. Κοιτάζαμε, ρουφούσαμε θα ‘λεγα την κάθε λεπτομέρεια πάνω τους. Τη στολή, το όπλο τους, το κεντημένο ΕΛΑΣ στο πηλήκιο τους… και τα μάτια δεν χόρταιναν να βλέπουν. Ύστερα το απερίγραπτο συναίσθημα να μπαίνεις σε μια πόλη ολότελα δική σου, πλημμυρισμένη από κόσμο που ζητωκραύγαζε, αυτοκίνητα κατάφορτα από αντιπροσώπους, που διέσχιζαν τους κεντρικούς δρόμους, τραγουδώντας πατριωτικά τραγούδια, ενώ το βράδυ στην πλατεία το μεγάφωνο σκορπάει στη διαπασών τα νέα από το Λονδίνο, τη Μόσχα, το Κάιρο…».
Ο Χρήστος Βραχνιάρης, στέλεχος του ΚΚΕ (και Γραμματέας για ένα διάστημα, το 1944, της Π.Ε. του Κόμματος στην Καρδίτσα), μόλις απελευθερώνεται (καλοκαίρι ’43) απ’ το στρατόπεδο της Λάρισας στο ωραίο και προικισμένο με λογοτεχνικό στυλ βιβλίο του «Τα χρόνια της λαϊκής εποποιίας» τα εξής:
«Στην ελεύθερη Καρδίτσα δεν χρειάστηκε να μας φιλοξενήσουν σε σπίτια συναγωνιστών. Η πόλη διέθετε ωραία ξενοδοχεία κι ανάμεσα σ’ αυτά ένα νεόκτιστο και πολυτελέστατο για την εποχή εκείνη και για επαρχιακή πολιτεία, το «Κιέριο». Ο γιος του Νασιάκου, ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου, γιατρός τώρα στην Αθήνα, είχε προσχωρήσει στην οργάνωση του ΕΑΜ και διέθετε το ξενοδοχείο του για την εξυπηρέτηση των αντιστασιακών Οργανώσεων. Σ’ αυτό το ωραίο και άνετο ξενοδοχείο μείναμε τις λίγες μέρες που καθίσαμε στην Καρδίτσα. Το πρώτο βράδυ κάναμε το μπάνιο μας, αλλάξαμε ρούχα, ξαπλώσαμε σε καθαρά και δροσερά σεντόνια. Μια μικρή όαση δηλαδή μέσα σε κείνη την τραχύτητα της κατοχικής ζωής».
Και συνεχίζει για την Καρδίτσα, στην οποία στο μεταξύ (τον Αύγουστο) έχουν γίνει εκλογές για αυτοδιοίκηση κλπ.:
«Έμεινα λίγο ακόμα στην Καρδίτσα. Η πόλη, απελευθερωμένη από τους κατακτητές, έσφυζε από ζωή. Είχε γίνει το βασικότερο κέντρο τροφοδοσίας και εφοδιασμού του αντάρτικου στρατού. Τρόφιμα, ρούχα, άρβυλα. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Η Καρδίτσα ήταν πρότυπο λαϊκής εξουσίας. Οι αντάρτες διατηρούσαν μέσα στην πόλη ένα Φρουραρχείο μόνο — και την Επιμελητεία τους, φυσικά. Την εξουσία στην πόλη την ασκούσε μια εκλεγμένη Λαϊκή Επιτροπή και τη δικαιοσύνη την απόδιδε ένα Λαϊκό Δικαστήριο, που είχε και μια δευτεροβάθμια κλιμάκωση. Οι απελευθερωτικές Οργανώσεις (το ΕΑΜ κ.λπ.) ασχολούνταν κυρίως με την οργάνωση και διεξαγωγή του αγώνα εναντίον του ξένου κατακτητή, συσπειρώνοντας προς αυτή την κατεύθυνση το σύνολο των λαϊκών μαζών».
http://olympia.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου